ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟ «ΗΜΑΣΤΑΝ ΤΟΣΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ»
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΕΡΤ-3
Την Τρίτη του Πάσχα 3 Μαϊου η Κινηματογραφική Λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ-3 προχωρά σε ένα μικρό διάλειμμα προς τιμήν του πρόσφατα χαμένου Έτορε Σκόλα και παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα τη βραβευμένη γλυκόπικρη κωμωδία του Ήμασταν τόσο αγαπημένοι (Ιταλία, 1974, έγχρωμη/ασπρόμαυρη, 128'). Παίζουν: Νίνο Μανφρέντι, Βιτόριο Γκάσμαν, Στεφανία Σαντρέλι, Τζοβάνα Ράλι, Άλντο Φαμπρίτσι. Η προβολή θα πραγματοποιηθεί στις 21:00 στην αίθουσα ΒΑΚΟΥΡΑ 1 (Ιωάννου Μιχαήλ 8, τηλ. 2310233665), χωρητικότητας 400 θέσεων, ώστε να τιμηθεί το γεγονός. Ελάχιστος φόρος τιμής σε έναν σπουδαίο δημιουργό.
Η συνδιοργάνωση και καλλιτεχνική επιμέλεια γίνονται από το ΚΕΜΕΣ. Θα προλογίσει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου, ενώ στους θεατές θα διανεμηθεί έντυπη ανάλυση του Μιχάλη Δημόπουλου από το βιβλίο του “Comedia Al' Italiana”. Στο τέλος της προβολής θα ακολουθήσει μακρά συζήτηση με το κοινό.
Το προς συζήτηση θέμα στο λαϊκό πανεπιστήμιο για τον κινηματογράφο θα είναι: Η κοινωνική και ιδεολογική αλλοτρίωση μέσα από το ιταλικό σίνεμα.
Oι παράλληλες ιστορίες τριών φίλων από το τέλος της φασιστικής κυριαρχίας στην Ιταλία μέχρι τη σύχρονη πραγματικότητα και από τις ελπίδες της νιότης μέχρι τις απογοητεύσεις της μέσης ηλικίας.
Η ανάλυση που θα διανεμηθεί είναι η ακόλουθη:
«Η ταινία αυτή, ίσως η πιο πρωτότυπη του Έτορε Σκόλα, δεν κυκλοφόρησε παραδόξως ποτέ στην Ελλάδα. Κι όμως, ο τίτλος της αποδίδει απόλυτα τις αγαθές προθέσεις με τις οποίες, εκείνη την εποχή, κοινό και κριτικοί περιέβαλαν έναν ιταλικό κινηματογράφο σε πλήρη άνθηση. Μας παραπέμπει επίσης σε μια περίοδο κατά την οποία κυριαρχούσαν κοινωνικά οράματα, προδομένα ιδανικά και πικροί απολογισμοί. Δομημένη με φλας μπακ η ταινία του Σκόλα υφαίνει εύστροφα και με συναρπαστική σεναριακή ευρηματικότητα μια αλληλουχία συναντήσεων, χωρισμών και διασταυρώσεων τριών φίλων, οι οποίοι «διασχίζουν» την ιταλική Ιστορία από τις ελπίδες της Αντίστασης ως την αποτελμάτωση της Χριστιανοδημοκρατίας τη δεκαετία του `70.
Ο προλετάριος Αντόνιο, ο διανοούμενος σινεφίλ Νικόλα και ο αριβίστας Τζόνι περιφέρονται μέσα στο χρόνο, σημαδεύοντας το πολιτικό ή κοινωνικό στίγμα κάθε εποχής, χωρίς, ωστόσο, να γίνονται όμηροι κάποιας σχηματικής, σκηνοθετικής αντίληψης. Χάρη στην οξεία κοινωνική διεισδυτικότητά τους οι άξιοι σεναριογράφοι Age και Scarpelli (και ο ίδιος ο Σκόλα) οριοθετούν τα θεματικά μοτίβα τους (τις απογοητευμένες ελπίδες μιας γενιάς, τη διαφθορά και την κερδοσκοπία στην Ιταλία του οικονομικού θαύματος, τη συντριβή της φιλίας κτλ.) μέσα σε συγκεκριμένες σκηνές (που πλησιάζουν σε διάρκεια την έκταση ενός σκετς), διανθισμένες με μπόλικο χιούμορ –συχνά πολύ μαύρο- και απαλλαγμένες από κλισέ και προβλέψιμες συγκρούσεις.
Μετά από τις σπουδές του, ο Tζιάνι μετακομίζει στη Pώμη, όπου ξανασυναντά τον Aντόνιο, τραυματιοφορέα σε νοσοκομείο, και ξελογιάζει την αρραβωνιαστικιά του Λουτσιάνα, την οποία εγκαταλείπει για να παντρευτεί την κόρη ενός εργολάβου. Αργότερα φτάνει στη Pώμη και ο Nικόλα, ο οποίος έχει μια σύντομη σχέση με την Λουτσιάνα και ασχολείται με την κριτική κινηματογράφου. Οι τρεις τους ξαναβρίσκονται, κάνοντας τον απολογισμό της ζωής τους. O Aντόνιο τώρα είναι παντρεμένος με τη Λουτσιάνα και ο Tζιάνι είναι πλούσιος αλλά το κρύβει από τους φίλους του… «Το μέλλον πέρασε και δεν το πήραμε χαμπάρι», λέει ένας από τους ήρωες. Και είναι ακριβώς αυτό: ένας ύμνος στη δύναμη της πρώτης αγάπης, μια ταινία για το πέρασμα του χρόνου, για τη ζωή την ίδια που περνά και χάνεται. Αφιερωμένο στον Βιτόριο Ντε Σίκα, που εμφανίζεται στο ρόλο του εαυτού του και πέθανε μόλις τελείωσαν τα γυρίσματα, το “Ήμασταν τόσο αγαπημένοι” είναι μια ταινία γι’ αυτό που θα μπορούσε να είναι η ζωή... αλλά ποτέ δεν είναι.»
ΕΝΤΕΚΑ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΧΑΣΕΤΕ ΤΟ «ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΟΤΕ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ»
Εξάλλου, 11 λόγοι για να μην χάσετε το Ήμασταν πάντοτε αγαπημένοι είναι:
Για το αριστοτεχνικό σενάριο των δύο μετρ Άτζε-Σκαρπέλι αλλά και του Σκόλα (που ξεκίνησε άλλωστε ως σεναριογράφος), το οποίο λειτουργεί αναπαραστατικά και μετωνυμικά.
Για τους υπέροχους γνωστούς σταρ που είναι όλοι τους τέλοιοι από κάθε πλευρά.
Για την υποδειγματική μουσική του Αρμάντο Τροβαγιόλι που σχολιάζει τα δρώμενα με τα διάφορα μοτίβα της.
Για τη μελαγχολική στους τόνους της καφέ φωτογραφία του Κλαούντιο Σιρίλο που υπογραμμίζει το παρελθόν που είναι αδύνατο να επιστρέψει.
Για την εξαιρετική χρήση του ασπρόμαυρου φιλμ ως ένθετου στο έγχρωμο.
Για την ιδιοφυή αφήγηση του Σκόλα που εισάγει φλας μπακ τα οποία θυμίζουν φιλμ νουάρ.
Γιατί αν στο κλασικό φιλμ νουάρ ψάχνουμε το μεμονωμένο έγκλημα, εδώ ο προοδευτικός Σκόλα επιχειρεί να διαφωτίσει το μαζικό κοινωνικό, πολιτικό, ιδεολογικό, και ηθικό έγκλημα που συνέβη στη χώρα του.
Για τη διαχρονικότητα των νοημάτων που επισημαίνουν ότι αυτό το έγκλημα δε συνέβη μόνο στην Ιταλία, αλλά και σε άλλες χώρες, όπως και στη δική μας Ελλάδα.
Γιατί η ταινία δεν είναι ρετρό, ούτε τρυφερή αναπόληση, αλλά σκληρή κριτική του σήμερα.
Γιατί ο Σκόλα αποδεικνύει πως η δήθεν χαμένη αθωότητα ήταν ένας μηχανισμός χειραγώγησης και αλλοτρίωσης, θυμίζοντας σε αυτή τη φάση τον συμπατριώτη του Αντονιόνι.
Γιατί κάποτε πρέπει να αναρωτηθούμε πως μια τέτοια ταινία, τόσο αξιόλογη και ψυχαγωγική και με γνωστούς σταρ, δεν αξιώθηκε ποτέ να διανεμηθεί στην Ελλάδα.
Υ.Γ. Την επόμενη Δευτέρα 9 Μαϊου η Κινηματογραφική Λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ-3 επανέρχεται στο αφιέρωμα Ευρωπαϊκό Πολιτικό Σινεμά και παρουσιάζει την παραβολική κωμωδία του Λουίτζι Κομεντσίνι Χαρτοπαίκτης με ταλέντο (1972).
No comments:
Post a Comment