Στις αρχές του 19αιώνα τα σχολεία ξεφυτρώναν σαν μανιτάρια στις υπόδουλες περιοχές. Τα σχολεία στα νησιά μας, χτίστηκαν με χρήματα ευεργετών, που φέρουν το όνομα τους ή με την συνδρομή της κοινότητας, των ταπεινών ξενιτεμένων και με την προσωπική εργασία των ντόπιων. Σήμερα όμως, τα σχολεία κλείνουν. Κι όσο εύκολα σφραγίζουν τις πόρτες των σχολείων τόσο δύσκολα τις ανοίγουν. Ακόμη, κι αν υπάρχουν νέοι που θέλουν να επιστρέψουν και με την οικογένεια τους να κάνουν μία νέα αρχή. Βρίσκουν πάντα απέναντι τους τον «αρνητισμό» του ελληνικού κράτους.
Ο Λευτέρης Πιζάνιας, είναι Καλύμνιος. Σπούδασε ξυλογλυπτική αλλά τώρα αρμενίζει τις θάλασσες για να ζήσει την οικογένεια του. Ο Λευτέρης δεν είχε σχέση με το νησί της Ψερίμου. Δεν το είχε επισκεφτεί ποτέ του. Μέχρι που παντρεύτηκε την καλή του, την Ευδοκία. Η Ευδοκία μεγάλωσε στο νησί της Ψερίμου όπου και πήγε σχολείο. Τότε στο δημοτικό είχε πέντε παιδιά. Τέσσερα αγόρια και την Ευδοκία. Η Ευδοκία έχει εφτά αδέλφια. Ο πατέρας της, ήταν κτηνοτρόφος. Οπότε, δεν υπήρχε η δυνατότητα να φύγουν από το νησί λόγω εργασίας. Κι έτσι η Ευδοκία δεν πήγε στο Γυμνάσιο, αφού το νησί δε διέθετε Γυμνασιακές τάξεις. Ο Λευτέρης, αγάπησε το μικρό νησί αμέσως και όταν τα δύο παιδιά παντρεύτηκαν και απέκτησαν έναν γιο, αποφάσισαν να ζήσουν στην Ψέριμο. Ήθελαν ο μικρός τους, να πάει στο σχολείο που είχε πάει και η μητέρα του. Κάτι πολύ ενθαρρυντικό, γιατί με αυτόν τον τρόπο -θεωρητικά βέβαια- θα άνοιγε ξανά το μικρό σχολείο.
Ήθελαν όμως, να ζήσουν στο δικό τους σπίτι κι όχι στο σπίτι των γονιών τους. Ο Λευτέρης δεν έχασε ευκαιρία. Ξέρει άλλωστε να παλεύει και να αγωνίζεται. Συνάντησε τον δήμαρχο στο καραβάκι της γραμμής, και του εξιστόρησε την απόφαση τους. Ο δήμαρχος ήταν θετικός στην παραχώρησή κάποιου χώρου για να κατοικήσει η οικογένεια, όμως όταν τέθηκε το αίτημα να ανοίξει ξανά το σχολείο, η απάντηση του δημάρχου ήταν αρνητική. «Είναι δύσκολο». Είπε απλά στο Λευτέρη.
Ο Λευτέρης όμως δεν το βάζει κάτω και όταν άλλαξε η κατάσταση και ανέλαβε νέος δήμαρχος, προσπάθησε ξανά. Μάταια όμως. Η απάντηση για άλλη μια φορά, ήταν αρνητική. Ο Λευτέρης μαζί με την Ευδοκία έκαναν και αίτηση για ενοικίαση οικοπέδου από το δήμο για καλλιέργεια στο νησί, για τριάντα χρόνια. Γιατί η Ψέριμος είναι ένα εύφορο νησί για καλλιέργεια σε σχέση με την άγονη Κάλυμνο, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Λευτέρη. Μέχρι σήμερα όμως, ενώ του δόθηκε το οικόπεδο από το δήμο, συναντάει απανωτά εμπόδια. Εμπόδια που έχουν σκοπό να τον απογοητεύσουν, για να παραιτηθεί από την προσπάθεια.
Ο Λευτέρης αυτήν την περίοδο βρίσκεται πολύ μακριά από την οικογένεια του, στις ακτές της Γαλλίας. Στις γιορτές δε θα είναι μαζί τους. Θα ταξιδεύει. Η Ευδοκία και τα δυο της παιδιά, περιμένουν να κλείσουν τα σχολεία για να περάσουν τις γιορτές στο νησί της Ψερίμου. Μαζί με τους παππούδες. Ο μεγάλος είναι δέκα ετών και το κοριτσάκι τους επτά.
Η ζωή στο νησί το χειμώνα είναι δύσκολη, αλλά επιθυμούν να ζήσουν εκεί. Να δημιουργήσουν. Διότι αγαπούν το νησάκι τους, το πονάνε. «Είναι διαφορετικό το χρώμα του νησιού το χειμώνα». Μας λέει ο Λευτέρης με νοσταλγία. Οι τοπικοί όμως ηγέτες, προτιμούν να το κρατούν στην απομόνωση. Δε θέλουν, οι νέοι να επιστρέψουν στο νησί. Δημιουργούν εμπόδια και τους κρατούν μακριά. Μέχρι να βαρεθούν. Να κουραστούν και να παραιτηθούν. Δεν το βάζουν όμως οι νέοι εύκολα κάτω. Πέφτουν, αλλά σηκώνονται πιο δυνατοί. Ο Λευτέρης επιθυμεί να επιστρέψουν στο μικρό νησί μαζί με την οικογένεια του. Να ασχοληθεί με το επάγγελμα που σπούδασε, την ξυλογλυπτική και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους στην Ψέριμο. Στο μικρό νησί με τη μεγάλη ιστορία. Και όπως σωστά επισημαίνει ο ποιητής. «Ναι, ο Παράδεισος δεν ήταν μια νοσταλγία. Ούτε, πολύ περισσότερο, μια ανταμοιβή. Ήταν ένα δικαίωμα».ΜΑΧΗ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΙΔΟΥ
No comments:
Post a Comment