ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ ΞΕΠΕΡΑΣΕ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΙΣ 2.800.000 ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ.

Monday, March 28, 2022

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Ο ΜΥΛΟΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ HOT SPOT ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

 Μαρία Ριτζαλέου

Η ιστορία ενός αλευρόμυλου που μετατράπηκε σε χώρο ψυχαγωγίας και διασκέδασης αναδεικνύοντας τη δυτική Θεσσαλονίκη σε σποτ κουλτούρας και πολιτισμού

Ο ΜΥΛΟΣ, εκεί στην Ανδρέου Γεωργίου, στη δυτική πλευρά της πόλης, πάνω στις γραμμές του εμπορευματικού τρένου, είναι για τη Θεσσαλονίκη όχι ένα κτήριο, αλλά μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Ένα βιομηχανικό συγκρότημα που έγινε talk of the town για μια δεκαετία, 1991-2001, όταν και ήταν το hot spot της βόρειας Ελλάδας.

Αν και δεν έχει πλέον την αίγλη της δεκαετίας του ΄90 όταν μεσουρανούσε στη διασκέδαση και στην ψυχαγωγία και μάλιστα η φήμη του ήταν πανευρωπαϊκή, ο ΜΥΛΟΣ, που αποτέλεσε πρότυπο για την μετατροπή βιομηχανικών συγκροτημάτων σε κέντρα πολιτισμού, εξακολουθεί να συζητείται...ίσως γιατί δεν υπάρχει πια όπως θα ήθελε η πόλη ή ίσως επειδή υπήρξε κάποτε όπως η πόλη ήθελε.

Η ιστορία του αλευρόμυλου

Ο ΜΥΛΟΣ ήταν για περισσότερο από μισό αιώνα μια κραταιά αλευροβιομηχανία, την οποία ίδρυσε ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης, πρόσφυγας από τις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης.

Η οικογένεια Χατζηγιαννάκη ήρθε στη Θεσσαλονίκη το 1924 κι εγκαταστάθηκε στο Μπεχτσινάρ, δυτικά του λιμανιού, στο ύψος της σημερινής τρίτης και τέταρτης προβλήτας. Ο πατέρας, Νικόλαος, διατηρούσε αλευρόμυλο στις Σαράντα Εκκλησιές κι ο γιος του Γιώργος που συνεταιρίστηκε με τον Μιλτιάδη Αλτιναλμάζη, γόνο μιας πολύ γνωστής και εύπορης οικογένειας προσφύγων από την Αδριανούπολη, έστησε έναν πρωτοποριακό για την εποχή του μύλο. Ο αλευροκυλινδρόμυλος Χατζηγιαννάκη-Αλτιναλμάζη ήταν από τους πιο μεγάλους της χώρας και τη δεκαετία του 1930 παρήγαγε 70 τόνους αλεύρι την ημέρα-ποσότητα τεράστια για τα δεδομένα της εποχής.

Σε αυτή την επιχείρηση τα πάντα ήταν προσεχτικά μελετημένα. Ο μύλος χτίστηκε στο πιο εμπορικό κομμάτι της Θεσσαλονίκης. Το Μπεχτσινάρ είχε άμεση πρόσβαση τόσο στο λιμάνι, όσο και στο σιδηροδρομικό δίκτυο και το αλεύρι έφευγε μόλις συσκευαζόταν για όλη τη χώρα, αλλά και για τις αγορές του εξωτερικού. Διέθετε μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας που έφτασαν από την Ιταλία και τη Γερμανία κι εκτός από αλεύρι παρήγαγε επίσης σιμιγδάλι που εξάγονταν στην Ιταλία και κτηνοτροφικά προϊόντα, ενώ απασχολούσε δεκάδες εργαζόμενους-πάνω από 50.

Σιγά-σιγά η επιχείρηση γιγαντώθηκε και γύρω από τον κεντρικό μύλο κατασκευάστηκαν μεγάλες αποθήκες, καθώς και βοηθητικά κτήρια. Ο ιδρυτής του, Γιώργος Χατζηγιαννάκης, ήταν ένας γνωστός επιχειρηματίας της πόλης που αναμείχθηκε και με την πολιτική. Εκλέχθηκε βουλευτής Θεσσαλονίκης το 1928 με το κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου -ήταν άλλωστε προσωπικό τους φίλος- και στις εκλογές του 1932 γερουσιαστής Θεσσαλονίκης με τριετή θητεία.

Κατά τη γερμανική κατοχή η παραγωγική δραστηριότητα μειώθηκε και πληροφορίες αναφέρουν ότι οι βρετανικές δυνάμεις έκαναν δολιοφθορά στον μηχανολογικό εξοπλισμό για να μην τον χρησιμοποιεί ο γερμανικός στρατός, με αποτέλεσμα να περιοριστεί ακόμη περισσότερο η λειτουργία του αλευρόμυλου.

Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, τον Οκτώβριο το 1944, ο μύλος άρχισε και πάλι να λειτουργεί, αλλά αρκετά λαβωμένος, ενώ το 1958 ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης πέθανε σε ηλικία 71 χρόνων και ο αλευρόμυλος πουλήθηκε στη γνωστή οικογένεια Αλλατίνη ως το 1986 που οι μηχανές σταμάτησαν και δουλεύουν και τα φώτα του μύλου έσβησαν.

Ο Μύλος talk of the town στην ψυχαγωγία

Το 1990 μια παρέα επιχειρηματιών από τη Θεσσαλονίκη, αποτελούμενη από τους Νίκο Στεφανίδη, Χρήστο και Γιώργο  Καϊσούδη, Χρήστο Κεφαλά και Στέφανο Ταυρίδη, συνέλαβαν μια πρωτότυπη, για την εποχή και το περιεχόμενό της, ιδέα. Νοίκιασαν τον παλιό αλευρόμυλο και τον μετέτρεψαν σε πολυχώρο διασκέδασης και ψυχαγωγίας, διατηρώντας όλο τον εξοπλισμό του. Στις 13 Μαϊου του 1991 τα φώτα ξανάναψαν στον ΜΥΛΟ, τα εγκαίνια ήταν λαμπρά και η νυχτερινή -και όχι μόνο- διασκέδαση στη Θεσσαλονίκη άλλαζε ρότα. Ο επισκέπτης έμπαινε σε έναν παλιό μύλο, σε ένα βιομηχανικό μουσείο, έβλεπε όλη την παραγωγική δραστηριότητα και απολάβανε υπηρεσίες υψηλού επιπέδου.

Μια νέα εποχή, ξεκινούσε και ο ΜΥΛΟΣ έγινε σημείο αναφοράς με τη φήμη του να ξεπερνά τα ελληνικά σύνορα, καθώς το 1993 ο Οργανισμός για την Προστασία της Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής και Φυσικής Κληρονομιάς, Europa Nostra, του απένειμε τιμητικό δίπλωμα για την μετατροπή ενός βιομηχανικού συγκροτήματος σε σύγχρονο πολυχώρο πολιτισμού.

Για μια δεκαετία η Θεσσαλονίκη ξενυχτούσε στον ΜΥΛΟ. Για την ακρίβεια από το πρωί ήταν εκεί, αφού υπήρχε καφέ, ουζερί, εστιατόριο, πολλά πολιτιστικά δρώμενα, όπως εκθέσεις, βιβλιοπαρουσιάσεις, θεατρικές παραστάσεις, βραδιές λόγους και τέχνης, σεμινάρια, μαθήματα γευσιγνωσίας, διαγωνισμοί, φεστιβάλ και κατά το ξημέρωμα συνωστίζονταν στο διπλανό αρτοποιείο για να αγοράσει το πρώτο ζεστό, λαχταριστό κουλούρι.

Μέχρι το 2001 ο Μύλος μεσουρανούσε στην πόλη και φιλοξένησε τα πιο γνωστά ονόματα της εγχώριας και διεθνούς μουσικής σκηνής. Ήταν όπως γράφτηκε "ό,τι πιο γενναίο και κοσμοπολίτικο γέννησε η Θεσσαλονίκη τη δεκαετία του ’90".

Η Πάτι Σμιθ, η Σεζάρια Εβόρα (στην πρώτη της συναυλία στην Ελλάδα,), ο Έρικ Μπάρτον, η Νίνα Σιμόν, ο Ρόμπερτ Πλαντ (πρώην front man των Led Zeppelin), ο Ντέιβιντ Μπερν, ο Ίαν Μπράουν, οι Saint Etienne, οι Rainign Pleasure, οι ΜΠΛΕ στην πρώτη τους εμφάνιση το 1996, αλλά και πολλοί άλλοι, μαζί και όλοι οι μουσικοί και ερμηνευτές της ελληνικής σκηνής, εμφανίστηκαν στο Club ή στην κεντρική σκηνή.

Ο ΜΥΛΟΣ πάντα εξέπληττε το κοινό του και το κοινό της πόλης γενικότερα. Μια από τις ξεχωριστές στιγμές ήταν η....μυστική (τύπου) συναυλία που έδωσε στο Club, ο Νικ Κέιβ. Ο καλλιτέχνης ήρθε στην Ελλάδα το 1995 στο πλαίσιο της παγκόσμιας τουρνέ του για την προώθηση του άλμπουμ «Let Love in». Στις 5 Απριλίου εμφανίστηκε στο Περιστέρι και στις 7 στο Ιβανώφειο της Θεσσαλονίκης. Ο Νίκος Στεφανίδης, που πάντα ήταν ένα βήμα πιο μπροστά από τους άλλους στη μουσική, τον προσέγγισε και έκλεισε μια extra συναυλία στις 6 του μήνα στον ΜΥΛΟ, αυστηρά και μόνο για περιορισμένο κοινό.

Σε μια εποχή όπου δεν υπήρχε διαδίκτυο, ούτε κινητά τηλέφωνα και social media, φαντάζει περίεργο πώς θα βρισκόταν θεατές. Η συναυλία ανακοινώθηκε από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Μύλου, «88μισό», που λειτουργούσε σε ένα βαγόνι αμαξοστοιχίας μέσα στον πολυχώρο. Οι μουσικοί παραγωγοί το είπαν το πρωί και μέσα σε λίγες ώρες -ή ώρα;- δημιουργήθηκε το αδιαχώρητο. Τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν εν ριπή οφθαλμού και οι 500 τυχεροί απόλαυσαν τον Νικ Κέιβ, ο οποίος τους υποδέχονταν στις σκάλες του Club πίνοντας την μπύρα του.

Στον ΜΥΛΟ έγιναν πρωτοποριακά φεστιβάλ γκράφιτι, σεμινάρια κρασιού -ένας εντελώς νέος θεσμός-, μαθήματα μαγειρικής, εκθέσεις ανερχόμενων εικαστικών και φωτογράφων, αλλά και οι πιο κοσμικές βραδιές με επώνυμους από την πόλη και την Αθήνα και δίνουν ραντεβού στο ουζερί, στο μπαρ, στο εστιατόριο, στο καφέ.

Μέσα στη δεκαετία του 2000 απέναντι από τον ΜΥΛΟ άνοιξε και το ΒΙΛΚΑ, ένα βιομηχανικό συγκρότημα του 1956 που ανήκε στην οικογένεια Μιχαηλίδη και παρήγαγε λινάτσες κάνναβης (όπως λέει και το όνομά του ΒΙομηχανία Λίνου ΚΑννάβεως) με καφέ, μεξικάνικο εστιατόριο, καταστήματα, αίθουσα εκθέσεων, γυμναστήριο, κλαμπ και νυχτερινό κέντρο, έτσι η ευρύτερη περιοχή αναβαθμίστηκε.

Ο Μύλος σήμερα

Μέχρι το 2001 ο ΜΥΛΟΣ μεσουρανούσε στην πόλη κι ήταν όχι απλά ένας χώρος, αλλά συνήθεια και τάση για την ψυχαγωγία. Τότε ήταν που το επιχειρηματικό σχήμα διαλύθηκε και ο χώρος πέρασε σε άλλα χέρια. 

Στις 29 Αυγούστου του 2004 μια σπίθα που ξεπήδησε από την κορυφή του πενταώροφου πύργου του παλιού αλευρόμυλου, έσπειρε την καταστροφή. Ο πύργος αποτεφρώθηκε και οι φλόγες έσβησαν και την λαμπρή ιστορία του χώρου. Η μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε τον πύργο και όλο τον εξοπλισμό του στο εσωτερικό και παρότι περιορίστηκε σε περίπου 1 στρέμμα, η λειτουργία ανεστάλη σε όλους τους χώρους που καλύπτουν έκταση 15 στρ.

Στάχτη έγιναν οι ξύλινες επενδύσεις, η οροφή, τα πατώματα, οι μηχανές άλεσης, παλιά μηχανήματα βιομηχανικής χρήσης, αλλά και εξοπλισμός που μεταφέρθηκε εκεί από την αλευροποιία Αλλατίνη για να εκτίθεται στους επισκέπτες.

Σήμερα η περιοχή δεν διατηρεί καν ψήγματα από την παλιά της αίγλη. Στον ΜΥΛΟ έχουν απομείνει ελάχιστοι χώροι διασκέδασης, ενώ το ΒΙΛΚΑ έχει κλείσει εντελώς. Διοργανώνονται μουσικές βραδιές, ενώ λειτουργούν χώροι εστίασης, αλλά και κοινωνικών εκδηλώσεων, ωστόσο δεν αποτελεί πλέον σημείο αναφοράς για τη νυχτερινή ζωή. Λιγοστά αυτοκίνητα βρίσκονται κάθε βράδυ στο πάρκινγκ, εκεί που παλιά έβαζε κανείς μέσον για να βρει θέση και η ουρά έφτανε μέχρι την έξοδο της πόλης.

Αν όπως λένε, "όλα τα ωραία κάποτε τελειώνουν", η ιστορία του ΜΥΛΟΥ τελείωσε όμορφα, αφήνοντας ευχάριστες αναμνήσεις και όσους και όσες πέρασαν την σιδερένια πόρτα στον αριθμό 56 της Ανδρέου Γεωργίου, εκεί στα δυτικά, πάνω στις γραμμές του τρένου.



No comments:

Post a Comment