Η «Άγια Νύχτα» είναι ένα από τα πιο γνωστά Χριστουγεννιάτικα άσματα διεθνώς. Τραγουδήθηκε για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα του 1818 στην εκκλησία του μικρού χωριού Όμπερντορφ στην περιοχή του Σάλτσμπουργκ της Αυστρίας. Οι στίχοι είχαν γραφεί δύο χρόνια νωρίτερα, το 1816, από τον νεαρό εφημέριο του χωριού Γιόζεφ Μορ, όπως έγινε γνωστό από ένα χειρόγραφο που ανακαλύφθηκε το 1995 και φέρει την υπογραφή του εφημέριου. Το χειρόγραφο χρονολογείται από τους μελετητές το 1820. Στην αριστερή πλευρά αναγράφεται η ημερομηνία συγγραφής των στίχων και στην άνω δεξιά γωνία η ένδειξη «Melodie von Fr. Xav. Gruber». Σήμερα φυλάσσεται στο Carolino Augusteum Museum του Σάλτσμπουργκ.
Μετά την πρώτη εκτέλεση το τραγούδι ξεχάστηκε, καθώς μάλιστα οι δρόμοι των δύο συνθετών χώρισαν, αφού καθένας τους μετακινήθηκε σε διαφορετικό τόπο. Το 1825 ο τότε εφημέριος της εκκλησίας του Όμπερντορφ κάλεσε έναν τεχνίτη ονόματι Καρλ Μαουράχερ για να επισκευάσει το εκκλησιαστικό όργανο του ναού. Αυτός ανακάλυψε στο πίσω μέρος του οργάνου πεταμένο ένα αντίγραφο του τραγουδιού. Έδωσε το τραγούδι στην οικογένεια Στράσερ που ζούσε στο Τυρόλο και συνήθιζε να ταξιδεύει σε διάφορες πόλεις της Γερμανίας και να τραγουδάει σε γιορτές. Έτσι η «Άγια Νύχτα» άρχισε να διαδίδεται στις γερμανικές χώρες και σύντομα έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής. Το 1839 μια άλλη οικογένεια τραγουδιστών από το Τυρόλο παρουσίασε το τραγούδι στην Νέα Υόρκη, ξεκινώντας τη διάδοση της «Άγιας Νύχτας» στον αγγλόφωνο κόσμο. Στην αγγλική μεταφράστηκε το 1863 από τον Τζον Φρίμαν τον Νεότερο με μελωδία ελαφρώς διαφορετικής του αυστριακού πρωτοτύπου. Το 1840 εκδόθηκε πρώτη φορά με την ένδειξη «αγνώστου συνθέτη». Υπήρξε το αγαπημένο τραγούδι του βασιλιά Φρειδερίκου-Γουλιέλμου Δ΄ της Πρωσίας, ο οποίος διέταξε την διεξαγωγή έρευνας για τον εντοπισμό των δημιουργών του. Οι έρευνες ξεκίνησαν το 1854 και τελικά κατέληξαν τόσο στη γνωστοποίηση των Μορ και Γκρούμπερ, όσο και του θρύλου γύρω από τις συνθήκες που γράφηκε το τραγούδι και που μέχρι πρόσφατα θεωρείτο αληθινή ιστορία.
Η «Άγια Νύχτα» έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 300 γλώσσες και διαλέκτους σε όλον τον κόσμο. Είναι εξαιρετικά δημοφιλής τόσο μεταξύ των Καθολικών, όσο και των Προτεσταντών. Μάλιστα κατά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο τραγουδήθηκε ταυτόχρονα στην αγγλική και γερμανική γλώσσα από τα αντιμαχόμενα στρατεύματα στο μέτωπο κατά τη χριστουγεννιάτικη ανακωχή του 1914, καθώς ήταν από τα λίγα κοινώς γνωστά χριστουγεννιάτικα τραγούδια και των δύο πλευρών.
Η «Άγια Νύχτα» έχει γνωρίσει πολλές διασκευές και επανεκτελέσεις από διαφόρους καλλιτέχνες μέχρι σήμερα, κάποιες μάλιστα με σκωπτικό ή ειρωνικό στόχο (Simon and Garfunkel, Manowar). Επίσης έχει εμπνεύσει παραγωγές του κινηματογράφου και της μικρής οθόνης.
Όπως συμβαίνει συνήθως για πολλά δημοφιλή πρόσωπα ή αντικείμενα (τραγούδια, κτίρια, τοποθεσίες, προσωπικά αντικείμενα φημισμένων προσωπικοτήτων), έτσι και γύρω από τη σύνθεση του χριστουγεννιάτικου αυτού τραγουδιού έχουν πλεχθεί διάφορες ιστορίες και θρύλοι, που πλαισιώνουν την πραγματική ιστορία.
Σύμφωνα με τον πιο γνωστό θρύλο, την προπαραμονή των Χριστουγέννων του 1818, στο μικρό χωριό του Όμπερντορφ στην περιοχή του Σάλτσμπουργκ, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας ξαφνικά χάλασε το μοναδικό εκκλησιαστικό όργανο της εκκλησίας. Ένοχοι ήταν τα ποντίκια που είχαν ροκανίσει τα διάφορα μέρη του παλιού οργάνου. Μετά τη Λειτουργία ο εφημέριος Γιόζεφ Μορ κάλεσε το δάσκαλο του χωριού και οργανίστα της εκκλησίας Φράντς Γκρούμπερ για να βρουν κάποια λύση, αφού δεν μπορούσαν να αποδώσουν τον χριστουγεννιάτικο ύμνο χωρίς εκκλησιαστικό όργανο. Αποφάσισαν τελικά να γράψουν ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι για κιθάρα και ο δάσκαλος αποσύρθηκε στο δωμάτιό του πάνω από το σχολείο, περιμένοντας τους στοίχους του τραγουδιού που θα έγραφε ο εφημέριος. Το γαλήνιο χιονισμένο τοπίο ενέπνευσε τον πατέρα Μορ, που φαντάστηκε ότι σε μια τόσο γαλήνια και ήρεμη νύχτα θα ήρθε στον κόσμο το Θείον Βρέφος. Οι σκέψεις αυτές έγιναν οι πρώτοι στίχοι του καινούριου τραγουδιού. Αργά τη νύχτα, όταν νεαρός εφημέριος τελείωσε τη συγγραφή, έτρεξε στο δωμάτιο του δασκάλου. Τα όμορφα λόγια του τραγουδιού συγκίνησαν τον Γκρούμπερ που έβαλε τα δυνατά του για να συνθέσει μία εξίσου ωραία μελωδία. Μέχρι τα ξημερώματα το τραγούδι ήταν έτοιμο και τη νύχτα της παραμονής, στη Λειτουργία των Χριστουγέννων στη θέση του χριστουγεννιάτικου ύμνου οι δύο συνθέτες άρχισαν να ψάλλουν την «Άγια Νύχτα».
Όταν τελείωσαν, μια απέραντη σιωπή επικρατούσε στην εκκλησία, φέρνοντας τον πατέρα Μορ και τον Γκρούμπερ σε αμηχανία. Τότε όμως μια γλυκιά γυναικεία φωνή άρχισε να τραγουδάει κατανυκτικά τους στίχους του νέου ύμνου. Σιγά-σιγά όλο το εκκλησίασμα άρχισε να συμμετέχει, ψάλλοντας ξανά και ξανά το όμορφο αυτό τραγούδι με τους τόσο γλυκείς στίχους.
Κατά καιρούς και με τη διάδοση της «Άγιας Νύχτας» σε όλο τον κόσμο, ο δημοφιλής αυτός θρύλος παραλλάχθηκε σε πολλές διαφορετικές εκδοχές, με τον εμπλουτισμό της αρχικής ιστορίας με στοιχεία των κατά τόπους παραδόσεων.
ΣΤΙΧΟΙ
Άγια Νύχτα, σε προσμένουν
Με χαρά οι χριστιανοί
Και με πίστη ανυμνούμε
Το Θεό δοξολογούνε
Μ’ ένα στόμα, μια φωνή
Ναι με μια φωνή
Η ψυχή μας φτερουγίζει
Πέρα στ’ άγια τα βουνά
Όπου ψάλλουν οι αγγέλοι
Απ’ τα ουράνια θεία μέλη
Στον Σωτήρα «Ωσαννά»
Ψάλλουν «Ωσαννά»
Στης Βηθλεέμ ελάτε όλοι
Στα βουνά τα ιερά
Και μ’ ευλάβεια μεγάλη
'Κει που τ’ άγιο φως προβάλει
Προσκυνήστε με χαρά
Ναι με μια χαρά
No comments:
Post a Comment