Παρά την αποµόνωση, τις ελλείψεις και τα προβλήµατα, οι περίπου 200 κάτοικοί του αντιστέκονται στο µαρασµό, αρνούµενοι να αφήσουν το µικρό νησί του βόρειου Αιγαίου να ξαναγίνει τόπος εξορίας - αυτήν τη φορά για τους ίδιους.
Είναι λίγο πριν από τις 8 το βράδυ όταν το καράβι δένει στον Αη Στράτη. Ελάχιστοι επιβάτες βγαίνουµε. Καµιά δεκαριά ντόπιοι κι εµείς. Τουρίστας ούτε για δείγµα. Ο ήλιος που δύει ρίχνει ένα γλυκό πορτοκαλί φως στα τσιµεντένια µπλοκ που είναι στοιβαγµένα στην υπό διαµόρφωση αποβάθρα. Εργο ύψους 19 εκατοµµυρίων ευρώ, ενταγµένο σε ΕΣΠΑ, το νέο λιµάνι θα αλλάξει την εικόνα -και ίσως τη ζωή- του νησιού. Αυτό τουλάχιστον ελπίζουν οι κάτοικοι. Οπως την άλλαξε σε µεγάλο βαθµό η προβλήτα που κατασκευάστηκε το 1991. Μέχρι τότε, τα πλοία δεν µπορούσαν να προσεγγίσουν. Ανθρωποι και εµπορεύµατα έφταναν στη στεριά µε βάρκες.
«Μα, καλά, πού είναι ο οικισµός;» Η απορία του φωτογράφου µας είναι εύλογη. Από την πλευρά του λιµανιού σπίτια δεν φαίνονται, µε εξαίρεση δυο-τρία που είναι «γαντζωµένα» στο βράχο του Μπούµπουνα - ή «του Τρότσκι», όπως τον έλεγαν παλιά οι εξόριστοι. Το µυστήριο θα µας λύσει λίγο αργότερα ο πατήρ Ιωάννης. Τον βρίσκουµε να απολαµβάνει το κρασάκι του στο Ροδοκάλι, το µικρό καφε-ζαχαροπλαστείο του Νίκου Ξεµαντήλωτου. «Παιδιά, ελάτε στη συντροφιά µας! Μόνο φωτογραφία µη µε βγάλετε. Αν µε δει ο δέσποτας να πίνω, θα έχω κακά ξεµπερδέµατα!» Τσουγκρίζουµε τα ποτήρια µας γελώντας. Κι ακούµε πώς έγιναν... αόρατα τα σπίτια του Αη Στράτη.
Τον Φλεβάρη του 1968, δυνατός σεισµός έπληξε το νησί. Αρκετά σπίτια κατέρρευσαν. Είκοσι άνθρωποι βρήκαν το θάνατο κάτω από γκρεµισµένους τοίχους και σκεπές. Η κυβέρνηση της Χούντας, µε συνοπτικές διαδικασίες, αποφάσισε να εγκαταλειφθεί οριστικά ο λαβωµένος οικισµός και ένας νέος να οικοδοµηθεί. Οι Αγιοστρατίτες δεν τόλµησαν να εναντιωθούν. Ετσι, µέσα σε λίγες εβδοµάδες οι µπουλντόζες ολοκλήρωσαν το καταστροφικό έργο του Εγκέλαδου, εξαφανίζοντας κάθε ίχνος της παραδοσιακής αιγαιοπελαγίτικης αρχιτεκτονικής, διαλύοντας γειτονιές και προκαλώντας ισχυρό πλήγµα στον κοινωνικό ιστό.
Το παλιό χωριό, που από την πλαγιά του λόφου του Αη Γιάννη ατένιζε το πέλαγος, δεν υπήρχε πια. Για το καινούργιο είχε επιλεγεί το πιο ακατάλληλο σηµείο: µια έκταση επίπεδη -στις εκβολές των χειµάρρων Τενεδιώτη και Παραδείση-, εκτεθειµένη σε πληµµύρες. Εκεί κάποτε βρισκόταν ο δυτικός τοµέας του στρατοπέδου των εκτοπισµένων και τα περιβόλια των ντόπιων.
Τα σπίτια χτίστηκαν πρόχειρα, µε τσιµεντόλιθους, χωρίς µονώσεις - ήταν υπερβολικά ζεστά το καλοκαίρι και παγωµένα το χειµώνα. «Ούτε η όµορφη εκκλησία µας, της Γέννησης του Χριστού, δεν γλίτωσε από αυτό τον παραλογισµό», λέει ο πατήρ Ιωάννης. «Την γκρέµισαν κι αυτή. Πάει το ψηλό πέτρινο καµπαναριό της. Και η καµπάνα της η βροντερή, που όταν χτυπούσε ακουγόταν µέχρι τη Λήµνο. Αυτή που έχουµε τώρα ούτε σ’ όλο το χωριό δεν ακούγεται...» Υψώνουµε άλλη µία φορά τα ποτήρια µας, µε τον ιερέα να µας αφηγείται και τη δική του ιστορία. Ηταν ψαράς. Χειροτονήθηκε πριν από λίγα χρόνια, αφού παπάς δεν υπήρχε στο νησί. Αυτό το κενό καλύφθηκε. Αλλά υπάρχουν πολλά ακόµη, όπως θα διαπιστώσουµε τις επόµενες µέρες.
Καληνυχτίζουµε την παρέα και φεύγουµε για τα δωµάτιά µας. Ενας πιτσιρικάς επιστρέφει από το ψάρεµα, µε το καλάµι του στο ένα χέρι και ένα κουβαδάκι στο άλλο. «Ηταν καλή η ψαριά;» τον ρωτάει ένας άλλος που περνάει µε το ποδήλατό του. «Θα την ανεβάσω σε λίγο στον τοίχο µου, να τη δεις!» Ξέχασα να σας πω: ο Αη Στράτης διαθέτει δωρεάν wi-fi…
Μια νηπιαγωγός στο τιµόνι του δήµου
Το επόµενο πρωί ξεκινώ το ρεπορτάζ από το δηµαρχείο. Η 28χρονη Μαρία Κακαλή είναι εδώ και ένα χρόνο δήµαρχος του Αη Στράτη -η νεότερη σε όλη τη χώρα-, έχοντας εκλεγεί µε ποσοστό 58,7% από τον πρώτο γύρο, επικεφαλής του ανεξάρτητου συνδυασµού Νέα Αρχή. «Τα περισσότερα Μέσα Μαζικής Ενηµέρωσης εστίασαν στο θέµα της ηλικίας µου. Αλλά δεν είµαι µόνη. Με το ψηφοδέλτιό µας κατέβηκαν κι άλλοι νέοι άνθρωποι, που, όπως εγώ, αγαπούν τον τόπο µας και πιστεύουν στο µέλλον και στην ανάπτυξή του». Κόρη ψαρά, τελείωσε το λύκειο στο νησί κι έφυγε για την Πάτρα, για να φοιτήσει στο Τµήµα Επιστηµών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία. Ούτε µια στιγµή δεν σκέφτηκε να µην επιστρέψει. «∆εν µπορώ να λειτουργήσω αλλού», εξηγεί. Την επιθυµία της να ζήσει εδώ ενίσχυσε ο αιφνίδιος θάνατος του πατέρα της, στο τρίτο έτος των σπουδών της. «∆εν θα µπορούσα να αφήσω τη µητέρα µου και την αδελφή µου ολοµόναχες». Υπήρχε, βέβαια, και... ο έρωτας. Την καρδιά της είχε ήδη κερδίσει ο Παναγιώτης Καραϊσκάκης, επίσης Αγιοστρατίτης και ναυτικός στο επάγγελµα. Το ζευγάρι έχει αποκτήσει δύο γιους.
Τα προβλήµατα είναι πολλά σ’ αυτό το κοµµάτι γης που έχει έκταση 45 τετραγωνικών χιλιοµέτρων και ουσιαστικά δεν ανήκει σε καµιά «νησιωτική γειτονιά»: απέχει 38 ναυτικά µίλια από τη Σκύρο, 42 από τη Λέσβο και 18 από τη Λήµνο. Νησί ανάδελφο... Η αποµόνωση είναι µεγάλο πρόβληµα, αλλά όχι το µεγαλύτερο. Τα πολλά «χωρίς», οι ελλείψεις σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες βάζουν τρικλοποδιές στην καθηµερινότητα των περίπου 200 µόνιµων κατοίκων. Ο Αη Στράτης δεν έχει φαρµακείο, φούρνο, τράπεζα ούτε ΑΤΜ - τις µέρες που οι τράπεζες ήταν κλειστές, οι ντόπιοι έπρεπε να µεταβούν στη Μύρινα της Λήµνου για να κάνουν ανάληψη χρηµάτων (5 ώρες πηγαινέλα µε το γερασµένο «Αιολίς»). Κατά διαστήµατα δεν έχει ούτε γιατρό - µε εξαίρεση τον τελευταίο χρόνο, που ένα ζευγάρι, οι Λαρισαίοι Αννα ∆ιονύση και ∆ηµήτρης Τζήµας, βρίσκονται εδώ «από ροµαντισµό και πατριωτισµό», όπως λένε. Και την άνοιξη έµεινε 37 ολόκληρες µέρες χωρίς ακτοπλοϊκή σύνδεση µε το Λαύριο, λόγω επίσχεσης εργασίας των απλήρωτων ναυτεργατών του «Ταξιάρχη» της Ναυτιλιακής Εταιρείας Λέσβου. Τι έχει; Αγροτικό ιατρείο, σχολείο (µε 30 µαθητές σε όλες τις βαθµίδες, από νηπιαγωγείο µέχρι λύκειο), ένα ΚΕΠ, ένα κατάστηµα ΕΛΤΑ, τρία µικρά µίνι µάρκετ, ένα βενζινάδικο, ένα ζαχαροπλαστείο, ένα καφέ-µπαρ που ανοίγει µόνο το καλοκαίρι και ενοικιαζόµενα δωµάτια µε 180 κλίνες. «Η τουριστική κίνηση ελπίζουµε να τονωθεί µε την ολοκλήρωση των έργων στο λιµάνι», επισηµαίνει η Μαρία Κακαλή. «Βέβαια, δεν έχουµε ψευδαισθήσεις. Κοσµοπολίτικο νησί δεν είµαστε ούτε θα γίνουµε. ∆εν το θέλουµε κιόλας. Μπορούµε, όµως, να αποτελέσουµε επιλογή για όσους ενδιαφέρονται για εναλλακτικό τουρισµό και για οικογένειες µε παιδιά. ∆ιαθέτουµε υπέροχες παραλίες, καλό και φθηνό φαγητό και απόλυτη ηρεµία. Εδώ ξεχνάς τι µέρα είναι! Τόσο ήσυχα είναι».
Την κουβέντα µας διακόπτει ένα τηλεφώνηµα. Είναι από τη Μητρόπολη Λήµνου και θέµα της έχει τον εορτασµό της Μεταµορφώσεως του Σωτήρος. «Φέτος, λόγω της δύσκολης κατάστασης που αντιµετωπίζει η χώρα, αποφασίσαµε να κάνουµε κάτι απλό: µόνο µια περιφορά και ένα γεύµα. Τίποτα περισσότερο. Ούτε χορευτικά ούτε στρατιωτικά αγήµατα», ακούω τη Μαρία να λέει αποφασιστικά. «Προτιµάµε να κρατήσουµε τα χρήµατα για να τα διαθέσουµε σε συσσίτια για απόρους, αν προκύψει ανάγκη, παρά να τα ξοδέψουµε σε γιορτές και πανηγύρια». O Αη Στράτης µάλλον είναι σε καλά χέρια...
Πελαγίσιοι, ορεσίβιοι και... ακριδόπληκτοι
Κατηφορίζω προς το λιµάνι. Εχει σχεδόν µεσηµεριάσει. Ο Σπύρος Μουστάκας πλένει τη βάρκα του, τη «Σταυρούλα». Εχει το όνοµα της γυναίκας του. «Κατάγεται από τους Μυτιληνιούς της Σάµου, τη γνώρισα πριν από σαράντα χρόνια, όταν έκανα εκεί το στρατιωτικό µου, και µε ακολούθησε όταν απολύθηκα. Πώς άντεξε σ’ αυτή την ερηµιά, ακόµα απορώ...» λέει. Τον ρωτάω αν ο Αη Στράτης είναι πλούσιος ψαρότοπος, όπως πολλοί νοµίζουν. «Ακόµα κάτι... περπατάει µέσα στις θάλασσές µας, αλλά για να βγάλεις µεροκάµατο πρέπει να φτύσεις αίµα. Χθες ψάρευα από τις 3 το µεσηµέρι µέχρι τις 11 το βράδυ και γύρισα µε δύο κιλά µπαρµπούνια όλα κι όλα. Οσο για τους αστακούς; Σπανίζουν πια και δεκαπέντε ευρώ το κοµµάτι τούς παίρνουν οι έµποροι».
Πολλά έξοδα, λίγα αλιεύµατα, ανταγωνισµός από τα µεγάλα σκάφη: µ’ αυτά τα προβλήµατα παλεύουν καθηµερινά οι 17 επαγγελµατίες ψαράδες του νησιού. Ο Κώστας Προβατάς είναι πρόεδρος του συλλόγου τους. Τον βρίσκω να µπαλώνει τα δίχτυα του. «Εναν Απριλοµάη περιµένουµε να βγάλουµε καµιά δεκάρα εµείς οι ανεµοτρατάρηδες. Φέτος, που µείναµε σχεδόν δύο µήνες χωρίς πλοίο, χάσαµε όλη τη χρονιά. ∆εν βγαίναµε καν για ψάρεµα. Τι να τα κάνουµε τα ψάρια; Την καρδιά µου ρώτα πώς είναι να έχει άπνοια κι εγώ να κάθοµαι στη στεριά...»
Ζόρικα τα πράγµατα στη θάλασσα, αλλά και στη στεριά δεν είναι καλύτερα.
Ζόρικα τα πράγµατα στη θάλασσα, αλλά και στη στεριά δεν είναι καλύτερα.
Ο αντιδήµαρχος ∆ηµήτρης Κουτσουρίδης, 33 ετών, είναι κτηνοτρόφος τέταρτης γενιάς -ένας από τους 15 του Αη Στράτη- και πατέρας ενός γιου 21 µηνών. Σπούδασε στη Γαλακτοκοµική Σχολή Ιωαννίνων και γύρισε για να βοηθήσει τον πατέρα του, Γιάννη, στο µαντρί. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια εξέτρεφαν κατσίκια. «Αναγκαστήκαµε όµως να τα “χαλάσουµε”, γιατί τα αγόραζαν οι έµποροι για ένα κοµµάτι ψωµί: 1,50 ευρώ το κιλό ή 20 ευρώ ολόκληρο το ζώο. Βάλαµε, λοιπόν, πρόβατα. Πιάνουν κάπως καλύτερες τιµές», λέει. Η οικογένεια Κουτσουρίδη διαθέτει σήµερα 600 πρόβατα. Τα χωράφια στα οποία βόσκουν δεν είναι όλα δικά της. «Τα νοικιάζουµε και πληρώνουµε το ενοίκιο σε τυρί». Σε µια καλή χρονιά η παραγωγή γάλακτος φτάνει τους 15 τόνους. «Το πουλάµε γύρω στα 90 λεπτά το λίτρο, αλλά χρεωνόµαστε εµείς τα µεταφορικά, οπότε µας µένουν λιγότερα. Το ίδιο ισχύει και για την πώληση κρέατος».
Φέτος η χρονιά δεν ήταν καλή. Για την ακρίβεια, ήταν από τις χειρότερες που θυµούνται οι ντόπιοι. Και αιτία είναι οι ακρίδες. Σµήνη αδηφάγων εντόµων κατέκλυσαν κυρίως το νότιο και το δυτικό τµήµα του νησιού, προκαλώντας ανυπολόγιστες ζηµιές στη χλωρίδα. «Στα βοσκοτόπια δεν άφησαν ούτε ίχνος χορταριού. Τι θα φάνε τα πρόβατά µας; Πώς θα ζήσουµε κι εµείς; Αν δεν αντιµετωπιστεί το πρόβληµα θα αναγκαστούµε να φύγουµε, όπως έφυγαν οι πρόγονοί µας». Σηµειωτέον ότι ο Αη Στράτης είχε κηρυχθεί ακριδόπληκτος από το 1930 µέχρι το 1958!
Οι ντόπιοι και «τα παιδιά»
«Αποµονωµένο στην άγονη γραµµή του Βορείου Αιγαίου, το νησί δεν µπορεί να ζήσει τους λιγοστούς κατοίκους του, που συνέχεια ξενιτεύονται. Μια γη που της λείπει το νερό, όµως µόνιµα η ατµόσφαιρά της είναι κορεσµένη από υγρασία. Οι γυµνές πλαγιές, που τις δέρνουν ολοχρονίς οι άνεµοι, οδηγούν στη χαράδρα. Εκεί στήνονται τα τσαντίρια των εξόριστων...» γράφει ο Βαρδής Βαρδινογιάννης στο βιβλίο «Οι µισοί στα σίδερα», µε τις αναµνήσεις του από τούτο τον τόπο (Φιλίστωρ, 1996). Ο Αγιος Ευστράτιος υπήρξε για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες τόπος εξορίας: από το 1928 έως το 1963. Ο πληθυσµός των εξορίστων ήταν µερικές δεκάδες τα χρόνια του βενιζελικού Ιδιωνύµου και κάποιες εκατοντάδες στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά. Στον Εµφύλιο -ειδικά µετά το κλείσιµο του στρατοπέδου της Μακρονήσου- ο αριθµός τους πολλαπλασιάστηκε. Το 1951 ήταν περισσότεροι από 3.000!
Οι µόνιµοι και «νόµιµοι» κάτοικοι αναγκάστηκαν να ζήσουν µαζί µε τους προσωρινούς και «παράνοµους». Ο θρυλικός φωτογράφος Βασίλης Μανικάκης (1907-1999), που επί δεκαετίες κατέγραφε τη ζωή των Αγιοστρατιτών και των εκτοπισµένων, µας κληροδότησε συγκλονιστικές φωτογραφίες που αφηγούνται αυτήν τη συνύπαρξη - πολλές εκτίθενται στο τοπικό Μουσείο ∆ηµοκρατίας, που εγκαινιάστηκε το 2006. «Στην αρχή, οι ντόπιοι αντιµετώπιζαν τους νεοφερµένους µε καχυποψία. “Hρθαν οι µπολσεβίκοι να µας πάρουν τα σπίτια”, έλεγαν», θυµάται ο γιος του Μανικάκη, Βύρων. «Σιγά-σιγά, άρχισαν να πλησιάζουν ο ένας τον άλλο, πολλές και δυνατές φιλίες δηµιουργήθηκαν. Υπήρχαν ηλικιωµένοι που αποκαλούσαν τους εξόριστους τρυφερά “τα παιδιά”»...
Ανάµεσα στα «παιδιά» που έζησαν στην «ελληνική Σιβηρία» ήταν ο ∆ηµήτρης Γληνός, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Κώστας Βάρναλης, ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Μάνος Κατράκης, ο Φοίβος Ανωγειανάκης, ο Χρίστος ∆αγκλής, ο Τίτος Πατρίκιος. Και οι περισσότερες οικογένειες έχουν από µια ιστορία να αφηγηθούν. Οπως εκείνη του Βασίλη Γερογιαννάκη, που είχε καφενείο στην παραλία. Οι εξόριστοι το προτιµούσαν γιατί διέθετε ραδιόφωνο. Ανάµεσα στους πιστούς θαµώνες του ήταν και ο Μενέλαος Λουντέµης, ο οποίος όταν επρόκειτο να φύγει από τον Αη Στράτη έδωσε στον Γερογιαννάκη ιδιόχειρη επιστολή: «Αγαπητέ µου φίλε Βασίλη, σ’ ευχαριστώ για την παρέα και για όλα όσα περάσαµε µαζί. Σ’ ευχαριστώ και για όλους τους καλούς καφέδες, µα περισσότερο για τους κακούς. Με αγάπη, Μενέλαος Λουντέµης»...
ΥΓ. Το τελευταίο βράδυ φάγαµε στην ταβέρνα του Γιάννη Κουτρούλη. Μας έψησε -αριστοτεχνικά- έναν παντελή (σηκιό) στη σχάρα. Ηπιαµε µπίρα San Stratis, την οποία τα τελευταία χρόνια φτιάχνει µε πολύ µεράκι ο γαµπρός του, Ακης Μουστακάκης. Χειροποίητη και... ακριβοθώρητη: η παραγωγή δεν ξεπερνά τις 100 φιάλες ετησίως. Ο Γιάννης και τα τέσσερα παιδιά του µας αποχαιρέτησαν διά χειραψίας. «Σας ευχαριστούµε που ενδιαφερθήκατε για το νησί µας. Να ξανάρθετε!» Ο Αη Στράτης δεν χάνει την τρυφεράδα του. Ακόµη και στον καιρό των capital controls…≠
Τασούλα Επτακοίλη
No comments:
Post a Comment