O τραγουδιστής με τη βελούδινη φωνή, Νίκος Γούναρης, γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου (κατ' άλλους στο Δημοτικό Βρεφοκομείο της Αθήνας) το 1915 και μεσουράνησε τη δεκαετία του 1950 στο ελληνικό πεντάγραμμο, είτε σόλο, είτε σε συνεργασία με το Τρίο Μπελκάντο. Υπηρέτησε με συνέπεια το λεγόμενο ελαφρό τραγούδι, αυτό που πολλοί Έλληνες αποκαλούν «Ευρωπαϊκό».
Η δεκαετία του ’50 χαρακτηρίστηκε από τη μεγάλη κόντρα του λαϊκού και ελαφρού τραγουδιού, το οποίο ταίριαζε απόλυτα με την προσπάθεια της Ελλάδας να γίνει επιτέλους Ευρώπη, μετά τον αδελφοκτόνο εμφύλιο πόλεμο. Ο Γούναρης ήταν ο κύριος εκφραστής αυτού του είδους. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Τσιτσάνη: «Όσο υπάρχει Γούναρης δεν μπορεί το λαϊκό να σηκώσει κεφάλι». Το λαϊκό τραγούδι θα πάρει, βεβαίως, τη ρεβάνς πολύ σύντομα, τη δεκαετία του ’60 και θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά τα επόμενα χρόνια.
Ο Νίκος Γούναρης πρωτοεμφανίστηκε το 1936 και αναδείχθηκε στην Κατοχή, παράλληλα με τη συμμετοχή του στην Αντίσταση. Προσέφερε ανεκτίμητες υπηρεσίες στον αγώνα της απελευθέρωσης και για τις πράξεις του τιμήθηκε με το Αριστείο της Εθνικής Αντίστασης.
Μεγάλες επιτυχίες του υπήρξαν τα τραγούδια: «Αυτός ο άλλος», «Ένα βράδυ που ’βρεχε», «Σκαλί σκαλί θα κατεβώ» και «Άρχισαν τα όργανα».
Πέθανε στις 5 Μαΐου του 1965, χτυπημένος από την επάρατη νόσο.