Συμφωνικό ποίημα του γάλλου συνθέτη Κλοντ Ντεμπισί (1862-1918), η σύνθεση του οποίου ολοκληρώθηκε το 1894. Ένα από τα μουσικά αριστουργήματα, που προανήγγειλαν τη μουσική του 20ου αιώνα και την ατονικότητα, καθώς στο συγκεκριμένο έργο η τονικότητα φθάνει στα απώτατα όριά της. Το εναρκτήριο σόλο του φλάουτου είναι ένα από το πιο αναγνωρίσιμα μέρη της ορχηστρικής μουσικής. Ο πρωτότυπος τίτλος του στα γαλλικά είναι «Prélude à l'après-midi d'un faune».
Η σύνθεση αυτή του Ντεμπισί, που διαρκεί γύρω στα 10 λεπτά, είναι εμπνευσμένη από το ομότιτλο ποίημα του γάλλου συμβολιστή Στεφάν Μαλαρμέ (1842-1898) και γράφτηκε ανάμεσα στο 1892 και το 1894. Ο μουσικός όρος «πρελούδιο» (εισαγωγή) περιλαμβάνεται στον τίτλο του έργου, επειδή ο Ντεμπισί σκόπευε να γράψει άλλα δύο μέρη, που δεν ολοκλήρωσε ποτέ.
Για το έργο ο συνθέτης του έλεγε ότι είναι «μία ελεύθερη εικονογράφηση του ποιήματος, μία διαδοχή σκηνογραφιών, εντός των οποίων κινούνται, στη ζέστη του απομεσήμερου, τα όνειρα και οι επιθυμίες του Πανός (Φαύνου), που κουρασμένος από το κυνηγητό των Νυμφών και Ναϊάδων, βυθίζεται σ’ ένα μεθυστικό ύπνο, γεμάτο όνειρα, που στο τέλος βγαίνουν αληθινά».
Το έργο είναι ενορχηστρωμένο για τρία φλάουτα, δύο όμποε, αγγλικό κόρνο, δύο κλαρινέτα, δύο φαγκότα, τέσσερα κόρνα, δύο άρπες, δύο κρόταλα και ορχήστρα εγχόρδων. Η πρεμιέρα του δόθηκε στις 22 Δεκεμβρίου στο Παρίσι, με διευθυντή ορχήστρας τον πρωτοεμφανιζόμενο Ελβετό μαέστρο Γκιστάβ Ντορέ (1866-1944).