Ποιος είναι ο ιδιοκτήτης του «Nammos»
Στα χέρια του Ελληνα βασιλιά του ρουμανικού real estate πέρασε το
ακίνητο που στεγάζει το «Nammos», ένα από τα διασημότερα beach
bar-restaurants στον κόσμο. Η επιχείρηση παραμένει σταθερά στην
... τρόικα Ζαννή - Κουσαθανά - Σάμι
Το χρυσό deal, όπως αποκαλύπτει το «ΘΕΜΑ», έκλεισε πριν από ενα χρονο και
κατόπιν σκληρών διαπραγματεύσεων που κράτησαν έναν ολόκληρο χρόνο ωσότου
συμφωνήσουν οι δύο πλευρές. Η αγοραπωλησία που έφτασε τα 10,5 εκατ. ευρώ
αφορά
το ακίνητο στο οποίο στεγάζεται το διάσημο «Nammos», καθώς και το ακίνητο
του ξενοδοχείου «Seaside Cottage by Belvedere», μαζί με τον χώρο που έχει
νοικιάσει η ιδιοκτήτρια της μπουτίκ «Luisa».
Η συμφωνία για την πώληση των παραπάνω ακινήτων δεν επηρεάζει τους ιδιοκτήτες του «Nammos», καθώς αυτό θα συνεχίσει να λειτουργεί υπό την ίδια διεύθυνση τουλάχιστον για επτά ακόμα χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2022, οπότε λήγει το συμβόλαιο μίσθωσης. Ο νέος αγοραστής δεν προτίθεται να διακόψει τη συνεργασία με την τριανδρία Ζαννής Φραντζέσκος - Κωνσταντής Κουσαθανάς - Σάμι Ιμπραήμ, που έβαλε το μυκονιάτικο beach bar-restaurant στη λίστα με τα κορυφαία του κόσμου. Η απίστευτη ιστορία ενός άλλοτε υποτιμημένου παραθαλάσσιου οικοπέδου ξεκινά το καλοκαίρι του 1967. Τότε που το συγκεκριμένο κομμάτι γης ήξεραν μόνο ντόπιοι επειδή εκεί είχαν το περιβόλι τους και την ταβέρνα τους δύο συντοπίτες, ο Κυριάκος και η σύζυγός του Ελένη Αγγελετάκη. Αγρότες που μοχθούν να καλλιεργήσουν ζαρζαβατικά στο αφιλόξενο μυκονιάτικο χώμα για να τα πουλήσουν έπειτα σε πάγκο μπροστά από το ταβερνάκι τους.
Η Ψαρού στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Την παραλία προτιμούν ντόπιοι και λίγοι μυημένοι που φτάνουν εκεί με βάρκες
Ο Κυριάκος είναι από τους ριγμένους της οικογένειας Αγγελετάκη. Ο πατέρας του Κωνσταντής προικίζει κάποια από τα παιδιά του με χωράφια-φιλέτα στην περιοχή Ανω Μερά, τα οποία είναι κατάλληλα για γεωργική εκμετάλλευση. Στον Κυριάκο παραχωρεί ένα χέρσο χωράφι που βρίσκεται σχεδόν πάνω στην παραλία της Ψαρούς και πάνω σε αυτό χτίζεται και μια μικρή ταβέρνα που προσφέρει λίγα και καλά.
Το «Nammos», όπως είναι σήμερα, θεωρείται από τα πιο αναγνωρίσιμα beach bars του πλανήτη
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 ένα από τα αδέρφια του Κυριάκου, ο Ανδρέας Αγγελετάκης, πείθεται να αγοράσει το υπόλοιπο μισό του παραλιακού οικοπέδου και έτσι η ταβέρνα επεκτείνεται. Μάλιστα από το 1985 τα δεδομένα για τα αδέλφια Αγγελετάκη αλλάζουν προς το καλύτερο. Η επιχείρηση περνάει στα χέρια του μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη του ακινήτου του «Nammos» Κώστα Αγγελετάκη, γιου του Κυριάκου. Νέος και δραστήριος Μυκονιάτης, με όραμα να γεμίσει την παραλία και το εστιατόριό του με την enfant gâté της αθηναϊκής κοινωνίας, που σιγά-σιγά ανάγει τη Μύκονο σε απόλυτο τουριστικό προορισμό της ελίτ. Και όχι μόνο.
Ο επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης του θρυλικού «Remezzo» Μάκης Ζουγανέλης φροντίζει με τον τρόπο του στην εκτόξευση της δημοφιλίας της Ψαρούς. Οσους επώνυμους, ξένους και Ελληνες φιλοξενεί τα βράδια στα σκαλάκια του «Remezzo», τα μεσημέρια τούς μαζεύει στην Ψαρού. Ετσι το μυστικό για την ύπαρξη μιας απάνεμης παραδεισένιας παραλίας μαθαίνεται γρήγορα από στόμα σε στόμα.
Θρυλικά είναι τα πάρτυ που διοργανώνονται τα καλοκαιρινά βράδια στο διασημότερο beach bar της χώρας
Από τα μέσα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990 η ταμειακή μηχανή της ψαροταβέρνας αρχίζει να χτυπάει τρελά νούμερα για την εποχή. «Το 1997-98 κάναμε τζίρο 3,5-4 εκατ. δραχμές τη μέρα», θυμάται ένας από τους τότε σερβιτόρους που εργάζονταν στην ταβέρνα. Τότε ήταν που ξεκίνησε και η τρέλα με τις ρεζερβέ ξαπλώστρες που απαιτούσαν οι επώνυμοι πελάτες, μη διστάζοντας ακόμη και να πληρώσουν απίστευτα χρηματικά ποσά.
Το 2002 η ταβέρνα θα αλλάξει χέρια. Για την αγορά της θα ενδιαφερθούν δύο Μυκονιάτες και ένας Αιγύπτιος σεφ. Ο Ζαννής Φραντζέσκος, που εκείνη την εποχή εργαζόταν ως μπάρμαν στο γνωστό «Caprice», προτείνει στον Κωνσταντή Κουσαθανά και στον Σάμι Ιμπραήμ, πρώην ιδιοκτήτη του ιταλικού εστιατορίου «La Casa», να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να αγοράσουν το εστιατόριο του Αγγελετάκη. Εκείνος τους ζητά 300.000 ευρώ «αέρα» και 4.000 ευρώ τον μήνα για ενοίκιο. Μάλιστα το μερίδιο του Σάμι σε αυτό το νέο επιχειρηματικό σχήμα θα το βάλει η μητέρα του Κωνσταντή Κουσαθανά. «Ηταν θέμα εμπιστοσύνης», θα πει ο Σάμι Ιμπραήμ σε παλαιότερη συνέντευξή του στο «ΘΕΜΑ». Οι δύο πλευρές συμφωνούν, υπογράφουν και οι νέοι ιδιοκτήτες πιάνουν αμέσως δουλειά δημιουργώντας στα συντρίμμια της ταβέρνας ένα καλαίσθητο beach bar-restaurant με την επωνυμία «Nammos».
Ο Ζαννής αναλαμβάνει τη μεταμόρφωση της Ψαρούς σε Σεν Τροπέ, ο Σάμι οργανώνει την κουζίνα αναζητώντας νέες γεύσεις και ο Κωνσταντής, ως δεινός ψαροτουφεκάς, καταπιάνεται με τον καθημερινό εφοδιασμό του «Nammos» με φρέσκα ψάρια και άλλα θαλασσινά εδέσματα. Λέγεται ότι την πρώτη κιόλας σεζόν λειτουργίας του «Nammos» ο τζίρος άγγιξε το 1,5 εκατ. ευρώ. Λίγο καιρό μετά, η ιδιοκτήτρια μπουτίκ επώνυμου ρουχισμού στο Κολωνάκι με την επωνυμία «Luisa» θα προτείνει στον Κώστα Αγγελετάκη να της παραχωρήσει τον χώρο πίσω από το «Nammos», εκεί όπου στεγαζόταν κατάστημα με εξοπλισμό καταδύσεων. Ο Αγγελετάκης συμφωνεί και παραχωρεί το κατάστημα με ενοίκιο 1.500 ευρώ τον μήνα χωρίς να ζητήσει «αέρα».
Η συνέχεια του «Nammos» είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν το μυκονιάτικο beach bar-restaurant θα γίνει γνωστό απ’ άκρη σ’ άκρη του πλανήτη, με την επιτυχία να πιστώνεται στους δύο Μυκονιάτες και στον Αιγύπτιο συνέταιρό τους που το έφτασαν στην κορυφή ξεκινώντας από το μηδέν.
Ο 39χρονος νέος βασιλιάς της Ψαρούς Γιάννης Παπαλέκας, που πρόσφερε 10,5 εκατ. ευρώ για να αγοράσει τα χρυσά ακίνητα της παραλίας. Σε μία και μόνο επίσκεψή του τον περασμένο Αύγουστο άνοιξε με την παρέα του πάνω από 100 σαμπάνιες στο «Nammos»
Ουσιαστικά, δηλαδή, ενεργούσε ως εκπρόσωπος των αφανών αυτών κεφαλαίων, αφού οι Ελληνες επιχειρηματίες δεν ήθελαν να δείξουν ότι ενδιαφέρονται οι ίδιοι για αγορές ακινήτων και γης στη Ρουμανία ή σε άλλες χώρες προκειμένου να μην εκτοξευτούν οι τιμές λόγω της ζήτησης εκ μέρους τους. Να σημειωθεί ότι αυτή την περίοδο φέρεται να πολιορκεί και άλλα ακίνητα που στεγάζουν επιχειρήσεις-χρυσωρυχεία στο Νησί των Ανέμων, ενώ φημολογείται ότι συνεργάζεται με Αυστραλούς επιχειρηματίες που επιθυμούν να επενδύσουν στο νησί. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Παπαλέκας ήταν αυτός που είχε προτείνει στον γιο του Βλάση Σταθοκωστόπουλου, Μιχάλη, να αναπτύξει τη γνωστή αλυσίδα καφέ Flocafe, καθώς και μια αμερικανική αλυσίδα γρήγορου φαγητού σε δικό του ανεγειρόμενο εμπορικό κέντρο στο Βουκουρέστι, το 2011, εν μέσω οικονομικής κρίσης. Δύο χρόνια μετά, όμως, το εγχείρημα του κ. Σταθοκωστόπουλου εγκαταλείφθηκε και η επένδυση πήγε στράφι.
Η συμφωνία για την πώληση των παραπάνω ακινήτων δεν επηρεάζει τους ιδιοκτήτες του «Nammos», καθώς αυτό θα συνεχίσει να λειτουργεί υπό την ίδια διεύθυνση τουλάχιστον για επτά ακόμα χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2022, οπότε λήγει το συμβόλαιο μίσθωσης. Ο νέος αγοραστής δεν προτίθεται να διακόψει τη συνεργασία με την τριανδρία Ζαννής Φραντζέσκος - Κωνσταντής Κουσαθανάς - Σάμι Ιμπραήμ, που έβαλε το μυκονιάτικο beach bar-restaurant στη λίστα με τα κορυφαία του κόσμου. Η απίστευτη ιστορία ενός άλλοτε υποτιμημένου παραθαλάσσιου οικοπέδου ξεκινά το καλοκαίρι του 1967. Τότε που το συγκεκριμένο κομμάτι γης ήξεραν μόνο ντόπιοι επειδή εκεί είχαν το περιβόλι τους και την ταβέρνα τους δύο συντοπίτες, ο Κυριάκος και η σύζυγός του Ελένη Αγγελετάκη. Αγρότες που μοχθούν να καλλιεργήσουν ζαρζαβατικά στο αφιλόξενο μυκονιάτικο χώμα για να τα πουλήσουν έπειτα σε πάγκο μπροστά από το ταβερνάκι τους.
Η Ψαρού στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Την παραλία προτιμούν ντόπιοι και λίγοι μυημένοι που φτάνουν εκεί με βάρκες
Ο Κυριάκος είναι από τους ριγμένους της οικογένειας Αγγελετάκη. Ο πατέρας του Κωνσταντής προικίζει κάποια από τα παιδιά του με χωράφια-φιλέτα στην περιοχή Ανω Μερά, τα οποία είναι κατάλληλα για γεωργική εκμετάλλευση. Στον Κυριάκο παραχωρεί ένα χέρσο χωράφι που βρίσκεται σχεδόν πάνω στην παραλία της Ψαρούς και πάνω σε αυτό χτίζεται και μια μικρή ταβέρνα που προσφέρει λίγα και καλά.
Ηρεμα νερά και φρέσκο ψάρι
Τα πρώτα χρόνια έως το 1975 η ταβέρνα του Κυριάκου και της Ελένης Αγγελετάκη κινείται σε ρηχά νερά. Οι τουρίστες που επιλέγουν για τις διακοπές τους το μικρό ξερονήσι των Κυκλάδων προτιμούν να μείνουν στη Χώρα εξαιτίας της έλλειψης των στοιχειωδών βασικών υποδομών (καταλύματα και δρόμοι). Μια επίσκεψη στην Ψαρού φαντάζει μακρινό και ανεξερεύνητο ταξίδι. Μόνο οι ντόπιοι και κάποιοι μυημένοι ξέρουν ότι στην Ψαρού έχει ήρεμα νερά και πρώτης διαλογής ψάρι.Το «Nammos», όπως είναι σήμερα, θεωρείται από τα πιο αναγνωρίσιμα beach bars του πλανήτη
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 ένα από τα αδέρφια του Κυριάκου, ο Ανδρέας Αγγελετάκης, πείθεται να αγοράσει το υπόλοιπο μισό του παραλιακού οικοπέδου και έτσι η ταβέρνα επεκτείνεται. Μάλιστα από το 1985 τα δεδομένα για τα αδέλφια Αγγελετάκη αλλάζουν προς το καλύτερο. Η επιχείρηση περνάει στα χέρια του μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη του ακινήτου του «Nammos» Κώστα Αγγελετάκη, γιου του Κυριάκου. Νέος και δραστήριος Μυκονιάτης, με όραμα να γεμίσει την παραλία και το εστιατόριό του με την enfant gâté της αθηναϊκής κοινωνίας, που σιγά-σιγά ανάγει τη Μύκονο σε απόλυτο τουριστικό προορισμό της ελίτ. Και όχι μόνο.
Ο επιχειρηματίας και ιδιοκτήτης του θρυλικού «Remezzo» Μάκης Ζουγανέλης φροντίζει με τον τρόπο του στην εκτόξευση της δημοφιλίας της Ψαρούς. Οσους επώνυμους, ξένους και Ελληνες φιλοξενεί τα βράδια στα σκαλάκια του «Remezzo», τα μεσημέρια τούς μαζεύει στην Ψαρού. Ετσι το μυστικό για την ύπαρξη μιας απάνεμης παραδεισένιας παραλίας μαθαίνεται γρήγορα από στόμα σε στόμα.
Θρυλικά είναι τα πάρτυ που διοργανώνονται τα καλοκαιρινά βράδια στο διασημότερο beach bar της χώρας
Από τα μέσα προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990 η ταμειακή μηχανή της ψαροταβέρνας αρχίζει να χτυπάει τρελά νούμερα για την εποχή. «Το 1997-98 κάναμε τζίρο 3,5-4 εκατ. δραχμές τη μέρα», θυμάται ένας από τους τότε σερβιτόρους που εργάζονταν στην ταβέρνα. Τότε ήταν που ξεκίνησε και η τρέλα με τις ρεζερβέ ξαπλώστρες που απαιτούσαν οι επώνυμοι πελάτες, μη διστάζοντας ακόμη και να πληρώσουν απίστευτα χρηματικά ποσά.
Το 2002 η ταβέρνα θα αλλάξει χέρια. Για την αγορά της θα ενδιαφερθούν δύο Μυκονιάτες και ένας Αιγύπτιος σεφ. Ο Ζαννής Φραντζέσκος, που εκείνη την εποχή εργαζόταν ως μπάρμαν στο γνωστό «Caprice», προτείνει στον Κωνσταντή Κουσαθανά και στον Σάμι Ιμπραήμ, πρώην ιδιοκτήτη του ιταλικού εστιατορίου «La Casa», να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να αγοράσουν το εστιατόριο του Αγγελετάκη. Εκείνος τους ζητά 300.000 ευρώ «αέρα» και 4.000 ευρώ τον μήνα για ενοίκιο. Μάλιστα το μερίδιο του Σάμι σε αυτό το νέο επιχειρηματικό σχήμα θα το βάλει η μητέρα του Κωνσταντή Κουσαθανά. «Ηταν θέμα εμπιστοσύνης», θα πει ο Σάμι Ιμπραήμ σε παλαιότερη συνέντευξή του στο «ΘΕΜΑ». Οι δύο πλευρές συμφωνούν, υπογράφουν και οι νέοι ιδιοκτήτες πιάνουν αμέσως δουλειά δημιουργώντας στα συντρίμμια της ταβέρνας ένα καλαίσθητο beach bar-restaurant με την επωνυμία «Nammos».
Ο Ζαννής αναλαμβάνει τη μεταμόρφωση της Ψαρούς σε Σεν Τροπέ, ο Σάμι οργανώνει την κουζίνα αναζητώντας νέες γεύσεις και ο Κωνσταντής, ως δεινός ψαροτουφεκάς, καταπιάνεται με τον καθημερινό εφοδιασμό του «Nammos» με φρέσκα ψάρια και άλλα θαλασσινά εδέσματα. Λέγεται ότι την πρώτη κιόλας σεζόν λειτουργίας του «Nammos» ο τζίρος άγγιξε το 1,5 εκατ. ευρώ. Λίγο καιρό μετά, η ιδιοκτήτρια μπουτίκ επώνυμου ρουχισμού στο Κολωνάκι με την επωνυμία «Luisa» θα προτείνει στον Κώστα Αγγελετάκη να της παραχωρήσει τον χώρο πίσω από το «Nammos», εκεί όπου στεγαζόταν κατάστημα με εξοπλισμό καταδύσεων. Ο Αγγελετάκης συμφωνεί και παραχωρεί το κατάστημα με ενοίκιο 1.500 ευρώ τον μήνα χωρίς να ζητήσει «αέρα».
Η συνέχεια του «Nammos» είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν το μυκονιάτικο beach bar-restaurant θα γίνει γνωστό απ’ άκρη σ’ άκρη του πλανήτη, με την επιτυχία να πιστώνεται στους δύο Μυκονιάτες και στον Αιγύπτιο συνέταιρό τους που το έφτασαν στην κορυφή ξεκινώντας από το μηδέν.
Ο Κορίνθιος βασιλιάς του ρουμανικού real estate
Ο 39χρονος Γιάννης Παπαλέκας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κόρινθο, σπούδασε στο Λονδίνο και δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά στη Ρουμανία στον τομέα του real estate. Εκεί θεωρείται ένα από τα δυνατά ονόματα, αγοράζοντας από εμπορικά κέντρα μέχρι επιχειρηματικούς πύργους, ενώ διαχειρίζεται εφοπλιστικά κεφάλαια. «Είναι ο τύπος του επιχειρηματία που περνάει τη μισή του ζωή μέσα σ’ ένα αεροπλάνο», λένε για τον κ. Παπαλέκα πρόσωπα που τον γνωρίζουν. Από το Βουκουρέστι στο Λονδίνο και από κει στη Νέα Υόρκη ή στη Θεσσαλονίκη μόνο και μόνο για να ακούσει τον αγαπημένο του τραγουδιστή και φίλο Αντώνη Ρέμο και να τον «επιβραβεύσει» με λογαριασμούς αρκετών χιλιάδων ευρώ. Τελευταία φορά όπου εμφανίστηκε στη Μύκονο και στο «Nammos» ήταν πέρυσι τον Αύγουστο, όταν μέσα σε ένα μεσημέρι αυτός και η παρέα του κατανάλωσαν περισσότερα από 100 μπουκάλια σαμπάνιας. Οσοι τον γνωρίζουν μιλούν για έναν άνθρωπο που είναι μανιακός με τη δουλειά του και χαίρει μεγάλης εμπιστοσύνης και υποστήριξης από ελληνικά και ξένα κεφάλαια. Λέγεται ότι έχει ισχυρές διασυνδέσεις με εφοπλιστές και ότι πολλές φορές ενήργησε για λογαριασμό σχημάτων τα οποία έχει ιδρύσει ως ο άνθρωπός τους στις αγορές των Βαλκανίων.Ο 39χρονος νέος βασιλιάς της Ψαρούς Γιάννης Παπαλέκας, που πρόσφερε 10,5 εκατ. ευρώ για να αγοράσει τα χρυσά ακίνητα της παραλίας. Σε μία και μόνο επίσκεψή του τον περασμένο Αύγουστο άνοιξε με την παρέα του πάνω από 100 σαμπάνιες στο «Nammos»
Ουσιαστικά, δηλαδή, ενεργούσε ως εκπρόσωπος των αφανών αυτών κεφαλαίων, αφού οι Ελληνες επιχειρηματίες δεν ήθελαν να δείξουν ότι ενδιαφέρονται οι ίδιοι για αγορές ακινήτων και γης στη Ρουμανία ή σε άλλες χώρες προκειμένου να μην εκτοξευτούν οι τιμές λόγω της ζήτησης εκ μέρους τους. Να σημειωθεί ότι αυτή την περίοδο φέρεται να πολιορκεί και άλλα ακίνητα που στεγάζουν επιχειρήσεις-χρυσωρυχεία στο Νησί των Ανέμων, ενώ φημολογείται ότι συνεργάζεται με Αυστραλούς επιχειρηματίες που επιθυμούν να επενδύσουν στο νησί. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Παπαλέκας ήταν αυτός που είχε προτείνει στον γιο του Βλάση Σταθοκωστόπουλου, Μιχάλη, να αναπτύξει τη γνωστή αλυσίδα καφέ Flocafe, καθώς και μια αμερικανική αλυσίδα γρήγορου φαγητού σε δικό του ανεγειρόμενο εμπορικό κέντρο στο Βουκουρέστι, το 2011, εν μέσω οικονομικής κρίσης. Δύο χρόνια μετά, όμως, το εγχείρημα του κ. Σταθοκωστόπουλου εγκαταλείφθηκε και η επένδυση πήγε στράφι.
No comments:
Post a Comment